गीतकारी Giţkārī Γκιιτκάαριι (Giţkārī, gittkaarii, Gitkari, Γκιτκάαρι) [IN] - Writer: Laios, Sakis
गीतकारी / Giţkārī
Όρος που προέρχεται ίσως από τον Gīta-Kriyā, το να εκτελείς ένα τραγούδι (Gīta). Kriyā σημαίνει χειρονομία. Στην σύγχρονη πράξη είναι ένα Śabdālaňkāra της φωνητικής μουσικής που στην οργανική λέγεται Khaţkā (βλ.).
Σχηματικά θεωρείται ως 'φιόγγος', όπου μια ομάδα από νότες (που στην σημειογραφία τοποθετούνται με μικρότερα στοιχεία πάνω αριστερά από το σύμβολο του κύριου φθόγγου) στολίζει μια κύρια νότα, π.χ. SNRSNS. Ο μελωδικός φιόγγος 'SNRSN' καλλωπίζει το Sa και παίζεται τόσο γρήγορα ώστε –παρόλο που πρόκειται για ομάδα φθόγγων– να ηχεί σχεδόν ως μία.