खटका Khaţkā Κhαττκάα [IN] - Writer: Laios, Sakis
खटका / Khaţkā
Κατά γράμμα σημαίνει "φόβος", "υποψία" κ.τλ. Στην οργανική μουσική είναι μια ποικιλία Śabdālaňkāra, σχηματικά θεωρούμενη ως φιόγγος, όπου μια ομάδα από νότες (που στην σημειογραφία τοποθετούνται με μικρότερα στοιχεία πάνω αριστερά από το σύμβολο του κύριου φθόγγου) στολίζει μια κύρια νότα, π.χ. SNRSNS. Ο μελωδικός φιόγγος 'SNRSN' καλλωπίζει το Sa και παίζεται τόσο γρήγορα ώστε –παρόλο που πρόκειται για ομάδα φθόγγων– να ηχεί σχεδόν ως μία. Θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα κάπως σύνθετο και σύντομο mordente με cadence. Συχνά αναφέρεται ως συνώνυμο του Murkī, στη φωνητική μουσική ονομάζεται Giţkārī (βλ.), ενώ η πιο απλή εκδοχή του με μία νότα ως καλλωπισμό ονομάζεται Kaņa (βλ.).